Βραχύς Τράχηλος και Πρόωρος Τοκετός
Ως πρόωρος τοκετός ορίζεται αυτός που συμβαίνει πριν από τις 37 εβδομάδες κύησης και αποτελεί μία πολυπαραγοντική κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει σε νεογνική νοσηρότητα και θνησιμότητα και για αυτό αναγνωρίζεται ως ένα σημαντικό παγκόσμιο πρόβλημα υγείας.
Οι παράγοντες κινδύνου για πρόωρο τοκετό είναι το προηγούμενο ιστορικό πρόωρου τοκετού, η προηγούμενη χειρουργική επέμβαση στον τράχηλο (εκτομή) και οι συγγενείς δυσπλασίες της μήτρας (διπλή, δίδελφος, μετεγχειριτική μήτρα). Το βραχύ μήκος του τραχήλου της μήτρας σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο πρόωρου τοκετού. Τα πρόωρα βρέφη, ειδικά τα πολύ πρόωρα, αντιμετωπίζουν υψηλότερα ποσοστά νοσηρότητας, συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου αναπνευστικής δυσχέρειας και χρόνιας πνευμονικής νόσου, ενδοκοιλιακής αιμορραγίας, νεκρωτικής εντεροκολίτιδας, σηψαιμίας, εγκεφαλικής παράλυσης και προβλημάτων συμπεριφοράς στην παιδική ηλικία.
Η κατάλληλη μηχανική λειτουργία του τραχήλου της μήτρας είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της εγκυμοσύνης, έτσι ώστε το έμβρυο να αναπτυχθεί πλήρως. Στο τέλος της εγκυμοσύνης, ωστόσο, ο τράχηλος πρέπει να επιτρέπει τον τοκετό, οπότε απαιτείται να μαλακώσει, να μειωθεί και να εξαλειφθεί. Οι μηχανισμοί που οδηγούν στην πρόωρη μείωση του μήκους του τραχήλου κατά την εγκυμοσύνη είναι δυσνόητοι και συνεπώς τα τρέχοντα κλινικά πρωτόκολλα για την εκτίμηση του κινδύνου πρόωρου τοκετού περιορίζονται στους δείκτες μηχανικής λειτουργίας, όπως το υπερηχογραφικό μήκος. Αυτό μας ωθεί να παρακολουθούμε τον τράχηλο κατά την κύηση ώστε να προλαμβάνουμε όσο το δυνατόν την πρόωρη εξάλειψή του, να τον υποστηρίζουμε και κατά συνέπεια να αποτρέπουμε τον πρόωρο τοκετό.Η υπερηχογραφική μέτρηση του μήκους του τραχήλου της μήτρας κατά το δεύτερο τρίμηνο αποτελεί μια συνήθη προγεννητική φροντίδα σε όλο τον κόσμο και προσφέρει την ευκαιρία να πραγματοποιηθεί ιατρική παρέμβαση στις γυναίκες που τη χρήζουν προκειμένου να αποφευχθεί ο πρόωρος τοκετός τους. Επομένως, η ανίχνευση βραχέος τραχήλου στο δεύτερο τρίμηνο από το υπερηχογράφημα είναι ένας ισχυρός προγνωστικός παράγοντας του πρόωρου τοκετού. Η διακολπική μέτρηση του μήκους του τραχήλου έχει αποδειχθεί ότι υπερτερεί της διακοιλιακής. Ο εντοπισμός των γυναικών που έχουν βραχύ τράχηλο επιτρέπει στους ιατρούς να παρέμβουν και να αποτρέψουν τον πρόωρο τοκετό.
Ένας βραχύς τράχηλος μήτρας που ανευρίσκεται μικρότερος από 25mm σε υπερηχογραφική μέτρηση σε κύηση 18-24 εβδομάδων απαιτεί ιατρική παρέμβαση. Υπάρχουν τρεις τρόποι παρέμβασης όταν εντοπίζεται ένας βραχύς τράχηλος υπερηχογραφικά και αυτοί είναι ο συντηρητικός, ο ιατρικός και ο χειρουργικός. Η συντηρητική διαχείριση απευθύνεται σε γυναίκες που έχουν μήκος τραχήλου 20-25mm και οι ιατροί μπορούν να συστήσουν επαναληπτικό υπερηχογράφημα 1-2 εβδομάδες αργότερα. Εάν και τότε παρατηρηθεί ίδιο ή μικρότερο μήκος τραχήλου θα πρέπει να γίνει έναρξη φαρμακευτικής υποστήριξης με προγεστερόνη κολπικά ή εάν κρίνεται απαραίτητο να πραγματοποιηθεί χειρουργική παρέμβαση με περίδεση τραχήλου.
Συνεπώς, η ιατρική διαχείριση ενός βραχέος τραχήλου αφορά την χορήγηση προγεστερόνης κολπικά στις γυναίκες. Υπάρχουν διαρκώς αυξανόμενες αποδεικτικές μελέτες που υποστηρίζουν το όφελος της χρήσης κολπικά της προγεστερόνης για τη σύντμηση του τραχήλου της μήτρας σε μια κατά τα άλλα χαμηλού κινδύνου εγκυμοσύνη καθώς και πολλαπλές τυχαιοποιημένες μελέτες ελέγχου που έχουν δείξει σημαντική μείωση του κινδύνου του πρόωρου τοκετού και βελτιωμένες νεογνικές εκβάσεις. Κατευθείαν στη χορήγηση προγεστερόνης θα προχωρήσουν οι ιατροί που διαπιστώνουν κατά την πρώτη μέτρηση του τραχήλου της μήτρας στο δεύτερο τρίμηνο της κύησης μήκος τραχήλου μικρότερο από 20mm. Αν μια γυναίκα με χαμηλό κίνδυνο έχει μήκος τραχήλου μεταξύ 20-25mm, είναι ενδεδειγμένο να υποδειχθεί είτε η υπερηχογραφική παρακολούθηση είτε η κολπική προγεστερόνη. Η χρήση κολπικά της προγεστερόνης είναι ασφαλής τόσο για τη μητέρα όσο και για το έμβρυο και εμφανίζει λίγες παρενέργειες που μπορεί να περιλαμβάνουν ζάλη, κεφαλαλγία και κολπικό κνησμό. Η βέλτιστη δόση κυμαίνεται στα 90-200mg ημερησίως. Ωστόσο, η τρέχουσα πρακτική είναι να γίνεται έναρξη με 200mg κολπικά προγεστερόνης και να συνεχισθεί αυτή η δοσολογία έως τις 37 εβδομάδες κύησης. Συνεχίζεται παράλληλα και η υπερηχογραφική παρακολούθηση του μήκους τραχήλου για όσο κρίνεται απαραίτητο.
Η χειρουργική αντιμετώπιση περιλαμβάνει μια διαδικασία όπου χρησιμοποιείται ένα μη απορροφήσιμο ράμμα για τη μηχανική υποστήριξη του τραχήλου (περίδεση). Για γυναίκες με υψηλό κίνδυνο πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η διαχείριση αυτή. Όταν γίνεται πριν από την 23η εβδομάδα της κύησης, τότε συσχετίζεται με τη μείωση του κινδύνου για πρόωρο τοκετό σε γυναίκες με υψηλό κίνδυνο. Βέβαια, πρώτη επιλογή αποτελεί για τους ιατρούς η συγκεκριμένη παρέμβαση όταν η αρχική τιμή του μήκους τραχήλου είναι μικρότερη των 10mm. Επιπλέον, σε περίπτωση που χορηγείται κολπικά προγεστερόνη όμως υπερηχογραφικά δεν ανευρίσκεται βελτίωση του μήκους του τραχήλου, τότε ακολουθείται παρέμβαση με περίδεσή του.
Πολλές αναλύσεις κόστους - αποτελεσματικότητας έχουν δείξει ότι ο συνδυασμός της χορήγησης προγεστερόνης κολπικά και η υπερηχογραφική παρακολούθηση σε γυναίκες με βραχύ τράχηλο είναι μια οικονομικά αποδοτική παρέμβαση που αποτρέπει τον πρόωρο τοκετό και τη σχετική περιγεννητική νοσηρότητα και θνησιμότητα.
The shortened cervix in pregnancy: Investigation and current management recommendations for primary caregivers. Aust J Gen Pract., v. 48(3), 2019.
Vaginal progesterone to prevent preterm birth in pregnant women with a sonographic short cervix: clinical and public health implications. Am J Obstet Gynecol., v. 214(2), 2016.
Management of Short Cervix during Pregnancy: A Review. Am J Perinatol., v. 33(3), 2016.
The mechanical role of the cervix in pregnancy. J Biomech., v. 48(9), 2015.
Prediction of preterm birth: cervical sonography. Semin Perinatol., v. 33(5), 2009.
Κλείστε Ηλεκτρονικό Ραντεβού αν σας απασχολεί σχετικό ζήτημα
H επικοινωνήστε με το ιατρείο μας για περισσότερες πληροφορίες