Τι είναι η Ενδομητρίωση και πως σχετίζεται με την Υπογονιμότητα
Τι είναι η ενδομητρίωση και πως σχετίζεται με την υπογονιμότητα; Η ενδομητρίωση απαντάται σε ένα ποσοστό έως και 10-15% σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Σχετίζεται με την υπογονιμότητα και μάλιστα το 30-50% των γυναικών που την εμφανίζουν έχουν υπογονιμότητα. Οι γυναίκες αυτές που παρουσιάζουν ήπια ενδομητρίωση χωρίς θεραπεία έχουν ποσοστά γονιμότητας που κυμαίνονται από 2-10%. Όσον αφορά την έκβαση της εξωσωματικής γονιμοποίησης στις ασθενείς με προχωρημένη ενδομητρίωση, αναμένεται χαμηλή ποιότητα ωοθυλακίων και εμβρύων καθώς και ανικανότητα εμφύτευσης.
Η ενδομητρίωση είναι μια καλοήθης φλεγμονώδης νόσος που εξαρτάται από τα οιστρογόνα και χαρακτηρίζεται από την παρουσία εκτοπικών ενδομητρικών κυττάρων. Δηλαδή, ενδομητρικά στοιχεία ανευρίσκονται και σε άλλα σημεία του γεννητικού συστήματος της γυναίκας, εκτός από το ενδομήτριο όπου φυσιολογικά πρέπει να είναι. Οι συνηθέστερες θέσεις που ανευρίσκονται είναι οι ωοθήκες, η μήτρα, οι σάλπιγγες και το σιγμοειδές κόλον. Επειδή ακριβώς είναι μια ορμονοεξαρτώμενη πάθηση, πλήττει κυρίως τις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας μεταξύ 25-35 ετών. Συνήθως, η ενδομητρίωση δεν παραμένει ασυμπτωματική, αλλά η γυναίκα εμφανίζει δυσπαρευνία, δυσμηνόρροια, χρόνιο πυελικό άλγος αλλά και συμπτώματα από την ουροδόχο κύστη ή το έντερο. Ως αίτια κατηγορούνται η κληρονομικότητα, η οπισθοδρόμηση της έμμηνου ρύσεως, η μεταπλασία των περιτοναϊκών κυττάρων και πιο πρόσφατες έρευνες δείχνουν να υπάρχει κάποια σχέση με τα βλαστοκύτταρα του μυελού των οστών, τα οποία μπορούν να διαφοροποιηθούν σε ενδομητρικούς ιστούς.
Η ενδομητρίωση έχει δυσμενή επίδραση στη γονιμότητα διότι επηρεάζει και παραμορφώνει την φυσιολογική ανατομία της πυέλου. Προκαλεί λειτουργικές διαταραχές, όπως πυελικές συμφύσεις και φλεγμονώδες περιβάλλον με αποτέλεσμα να μειώνεται η παραγωγή ωοθυλακίων, η απελευθέρωσή τους και η διαδικασία της ωορρηξίας. Παράλληλα, παρεμποδίζει την σαλπιγγική λειτουργία, μειώνοντας την κινητικότητα των σαλπίγγων και δυσκολεύοντας την μεταφορά και εμφύτευση του εμβρύου. Ανεπάρκεια εμφύτευσης του εμβρύου προκαλεί και μέσω της φλεγμονής που εξελίσσεται στο ενδομήτριο και των συσπάσεων που προκαλεί στο μυομήτριο. Τέλος, η ποιότητα και η κινητικότητα των σπερματοζωαρίων που εισέρχονται μεταβάλλεται εξαιτίας των φλεγμονωδών τοξικών επιδράσεων που δέχονται. Μέσω λοιπόν, όλων αυτών των επιδράσεων που έχει η ενδομητρίωση στο γεννητικό σύστημα της γυναίκας εξηγείται η μειωμένη πιθανότητα γονιμοποίησης και εμφύτευσης που καταλήγει σε υπογονιμότητα.
Άλλοι παράγοντες που έρευνες δείχνουν να παίζουν ρόλο στην σχέση της ενδομητρίωσης με την υπογονιμότητα, αφορούν τους ορμονικούς. Η αρωματάση, που είναι το ένζυμο εκείνο που μετατρέπει την τεστοστερόνη σε οιστραδιόλη, εμφανίζεται σε μη φυσιολογικά επίπεδα και αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αυξημένη παραγωγή της οιστραδιόλης, που όπως προαναφέραμε, η ενδομητρίωση ανήκει στις οιστρογονοεξαρτώμενες παθήσεις, συνεπώς αυτός ο παράγοντας βοηθά στην εξέλιξή της. Ταυτόχρονα, η υπερπαραγωγή των οιστρογόνων είναι ικανή να επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη και δεκτικότητα του ενδομητρίου ως προς την εμφύτευση του εμβρύου. Από την άλλη, στην ενδομητρίωση τόσο το κανονικό όσο και το εκτοπικό ενδομήτριο εμφανίζουν αντοχή στην δράση της προγεστερόνης. Αυτό οδηγεί σε αποτυχία εμφύτευσης του εμβρύου αλλά και σε αδυναμία του ενδομητρίου να το υποστηρίξει κατά την διάρκεια της κύησης.
Η τρέχουσα θεραπεία της υπογονιμότητας που οφείλεται στην ενδομητρίωση επικεντρώνεται στη βελτίωση της γονιμότητας μέσω είτε της αφαίρεσης είτε της μείωσης των εκτοπικών ενδομητρικών ιστών, με στόχο την αποκατάσταση της φυσιολογικής ανατομίας της πυέλου και του γεννητικού συστήματος της γυναίκας. Παρά το σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό γονιμότητας, σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν εμφανίζουν ενδομητρίωση, οι γυναίκες που έχουν ήπια-μέτρια ενδομητρίωση είναι ακόμα σε θέση να συλλάβουν και να τεκνοποιήσουν δίχως να δεχθούν οποιαδήποτε ιατρική ή χειρουργική παρέμβαση. Ωστόσο, στις γυναίκες που πάσχουν από σοβαρή ενδομητρίωση, τα ποσοστά φυσιολογικής σύλληψης και τεκνοποίησης εμφανίζονται αρκετά χαμηλότερα. Έτσι, ενώ στις γυναίκες με ήπια-μέτρια ενδομητρίωση μπορούμε να αναμένουμε πριν την ιατρική ή χειρουργική παρέμβαση, στις γυναίκες με σοβαρή ενδομητρίωση πρέπει να μην καθυστερήσουμε την έναρξη μίας αποτελεσματικής θεραπείας. Αυτό μας δείχνει πως η συμβουλευτική και η αντιμετώπιση αυτών των καταστάσεων πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνει υπόψη τη σοβαρότητα της ενδομητρίωσης.
Διαβάστε ακόμα...
Η φαρμακευτική αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης δεν έχει οφέλη ως προς τη γονιμότητα, αλλά μόνο προσφέρει ανακούφιση στο πόνο που εμφανίζεται ως δυσπαρευνία, δυσμηνόρροια ή είναι πυελικός. Συνήθως, χορηγούνται ορμονικές θεραπείες που περιλαμβάνουν συνδυασμό ορμονών, όπως για παράδειγμα τα αντισυλληπτικά. Αυτή η φαρμακευτική παρέμβαση θα πρέπει να αποφεύγεται σε ασθενείς με σοβαρή ενδομητρίωση και υπογονιμότητα που επιθυμούν να τεκνοποιήσουν. Εξαίρεση αποτελούν εδώ οι ασθενείς που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση, διότι έρευνες έχουν δείξει ότι η παρατεταμένη θεραπεία με GnRHa, που προηγείται της εξωσωματικής, μπορεί να βελτιώσει τα ποσοστά γονιμότητας αυτών των γυναικών.
Η χειρουργική παρέμβαση για την ενδομητρίωση μπορεί να είναι και διαγνωστική αλλά και θεραπευτική. Η λαπαροσκοπική χειρουργική επέμβαση σαφώς προτιμάται από τη λαπαροτομία, δεδομένου ότι είναι πιο οικονομική, έχει μικρότερη διάρκεια παραμονής στο νοσοκομείο και ταχύτερη ανάρρωση. Η χειρουργική αντιμετώπιση της σοβαρής ενδομητρίωσης συνίσταται προς αφαίρεση ή μείωση των εκτοπικών ενδομητρικών ιστών, επακόλουθη μείωση της φλεγμονής και τελικά αποκατάσταση της φυσιολογικής ανατομίας της πυέλου. Η εκτομή των ωοθηκών φυσικά περιορίζεται προκειμένου να προληφθεί η σημαντική μείωση των εναπομεινάντων ωοθυλακίων.
Αρκετές έρευνες έχουν εξετάσει την αποτελεσματικότητα συνδυασμού φαρμακευτικής και χειρουργικής αντιμετώπισης της ενδομητρίωσης. Υποστηρίζεται ότι, η προεγχειρητική φαρμακευτική θεραπεία μπορεί να χορηγηθεί με σκοπό την μείωση της σοβαρότητας της ενδομητρίωσης καταλήγοντας σε αύξηση του επιθυμητού αποτελέσματος της χειρουργικής θεραπείας. Παρομοίως, προς αναζήτηση βρίσκεται και η χορήγηση φαρμακευτικής θεραπείας μετεγχειρητικά προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος επανεμφάνισης της νόσου. Αυτές οι εκδοχές που αφορούν συνδυαστική θεραπεία χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης για την διεξαγωγή αποδεδειγμένων αποτελεσμάτων.
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι οπωσδήποτε οι γυναίκες που εμφανίζουν ενδομητρίωση θα πρέπει να εξεταστούν και να λάβουν πλήρη ενημέρωση από τον γυναικολόγο τους για τις θεραπευτικές ενέργειες που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν, όπως επίσης, ακόμα και σε σοβαρές μορφές της ενδομητρίωσης, η τεκνοποίηση δεν είναι κάτι ακατόρθωτο αλλά μπορεί να συμβεί σε κάθε γυναίκα που θα χρειαστεί να υποβοηθηθεί για να το πετύχει μέσω της ενδομήτριας σπερματέγχυσης ή της εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Πηγές
Endometriosis and Infertility: A review of the pathogenesis and treatment of endometriosis-associated infertility
Medical and Surgical Management of Common Fertility Issues, 2013
Διαβάστε περισσότερα στο σχετικό άρθρο μας "ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΩΣΗ"
Κλείστε Ηλεκτρονικό Ραντεβού αν σας απασχολεί σχετικό ζήτημα
H επικοινωνήστε με το ιατρείο μας για περισσότερες πληροφορίες